χρῆσται

χρῆσται
χρήστης
one who gives
masc nom pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • χρησταί — χρηστός useful fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χρήσται — χρήστᾱͅ , χρήστης one who gives masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Банки — I в современном экономическом строе Б. являются высшей формой кредитного посредничества и важнейшими органами вексельного и денежного обращения. Цель банковой деятельности: во первых, создать систему кредита (см. это сл.), которая обеспечивала бы …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • χρή — (I) και χρή, ἡ, Α 1. σπαν. χρεία, ανάγκη 2. φρ. «χρῆ σται» ή «χρἦσται» (ως μέλλοντας τού ρ. χρή) θα είναι αναγκαίο. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. χρή]. (II) ΜΑ, και αιολ. τ. χρῆ Α απρόσ. (το απρμφ. με αρθρ. ως ουσ.) τὸ χρῆν η μοίρα, το πεπρωμένο αρχ. 1. είναι… …   Dictionary of Greek

  • χρηστός — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από την Αλβανία και ήταν οπωροπώλης στην Κωνσταντινούπολη. Οι Τούρκοι τον αποκεφάλισαν γιατί αρνήθηκε να εξισλαμιστεί (1748). Η μνήμη του τιμάται στις 12 Φεβρουαρίου. * * * ή, ό / χρηστός, ή, όν, ΝΜΑ …   Dictionary of Greek

  • χρῆσθ' — χρῆσθε , χράομαι abuse pres imperat mp 2nd pl (attic epic ionic) χρῆσθε , χράομαι abuse pres subj mp 2nd pl (attic epic ionic) χρῆσθε , χράομαι abuse pres ind mp 2nd pl (attic epic ionic) χρῆσθε , χράομαι abuse pres imperat mp 2nd pl (doric… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”